Φυλοσύνδετη συγγενής δυσκεράτωση (Dyskeratosis congenita, X-linked) – γονίδιο DKC1

OMIM 305000

Στην τυπική της μορφή η νόσος χαρακτηρίζεται από την τριάδα βλεννογονο- δερματικών εκδηλώσεων, δυστροφικών νυχιών και λευκοπλακίας, κλινικές εκδηλώσεις που εμφανίζονται μετά την ηλικία των 10 ετών. Η μυελική ανεπάρκεια, που συνήθως εμφανίζεται την 3η δεκαετία της ζωής, συνοδεύεται από προδιάθεση για νεοπλασίες (10%) και σοβαρές πνευμονικές επιπλοκές, όπως πνευμονική ίνωση (10-15%). Η νόσος μεταβιβάζεται με τον φυλοσύνδετο υπολειπόμενο τύπο, αλλά και με αυτοσωματικό κυρίαρχο και υπολειπόμενο τύπο κληρονομικότητας και παρουσιάζει μεγάλη κλινική ετερογένεια.

Οφείλεται σε διαταραχή διατήρησης του μήκους των τελομερών και το υπεύθυνο γονίδιο είναι το DCK1. Μεταλλάξεις του DCK1 που κωδικοποιεί την δυσκερίνη, πρωτεϊνη που συνδέεται με την τελομεράση, που με τη σειρά της είναι υπεύθυνη για τη διατήρηση του μήκους των τελομερών, έχουν ενοχοποιηθεί για τη φυλοσύνδετη μορφή της νόσου.

Η ανίχνευση του DCK1 έχει επιτρέψει τη διάγνωση της νόσου και την προγεννητική ανίχνευση της νόσου σε οικογένειες με τη φυλοσύνδετη μορφή. Το μήκος των τελομερών είναι σημαντικά μικρότερο και στις αυτοσωματικές μορφές της νόσου.

Στις περιπτώσεις αυτές έχουν ενοχοποιηθεί μεταλλάξεις στα TERT (telomerase reverse transcriptase), TERC (RNA της τελομεράσης), NHP2, NOP10 και TINF2. Όλα τα γονίδια αυτά σχετίζονται με την τελομεράση και οι μεταλλάξεις τους επιδρούν στην ικανότητά της να συντηρεί το μήκος των τελομερών.

Τελικά, η συγγενής δυσκεράτωση φαίνεται να αποτελεί ένα πρότυπο για τη μελέτη μιας γενετικής νόσου του ανθρώπου που χαρακτηρίζεται από γήρανση που σχετίζεται με δυσλειτουργία των τελομερών. Η μυελική ανεπάρκεια είναι η κύρια αιτία θανάτου στους ασθενείς αυτούς και η μεταμόσχευση αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων αποτελεί θεραπευτική επιλογή σε ασθενείς χωρίς πνευμονική νόσο που έχουν συμβατό συγγενή δότη.